Ένα ακόμα κυριακάτικο πρωινό μας βρίσκει στο λεωφορείο. Καθώς αρχίζει να ξημερώνει, ούτε ένα σύννεφο δεν φαίνεται στον ουρανό και απέναντί μας βλέπουμε τα Τζουμέρκα μέσα στο χιόνι. Αυτή τη φορά δεν είναι αυτά ο προορισμός μας αλλά τα μονοπάτια που ενώνουν τα χωριά Ματσούκι, Καλαρρύτες και Συράκο. Μετά από 3 περίπου ώρες φτάνουμε στην στρατιωτική γέφυρα πριν το Ματσούκι που αποτελεί και την αφετηρία μας. Θα γίνουν δυο διαδρομές, μία μεγάλη Ματσούκι – Συράκο – Καλαρρύτες και μία μικρότερη Ματσούκι – Καλαρρύτες.
Ετοιμαζόμαστε και ξεκινάμε όλοι μαζί προς τη Μονή Βύλιζας, μέσα από ένα άνετο και ανακαινισμένο μονοπάτι 2 χιλιομέτρων. Φτάνοντας εκεί, η θέα της περιοχής μας αποζημιώνει. Το όνομά της το πήρε από το λατινικό vigilo (που σημαίνει παρατηρώ, φρουρώ), αφού η θέση της Μονής είναι τέτοια που σου επιτρέπει να παρατηρείς τα πάντα στην περιοχή. Για την συνέχεια επιλέγουμε να χωριστούμε σε δυό ομάδες ανάλογα με τη διαδρομή που θα ακολουθήσουμε ώστε η κάθε ομάδα να κινηθεί με διαφορετικό ρυθμό.
Η διαδρομή βέβαια μέχρι τον ασφάλτινο δρόμο των Καλαρρυτών είναι κοινή κι ακολουθεί ωραίο, στενό και καθαρό μονοπάτι που κατηφορίζει μέχρι ένα μεγάλο ρέμα που το περνάμε από πέτρινο γεφύρι χαμένο μέσα στη βλάστηση. Όμορφο μέρος με πολλά νερά κι ανεβαίνοντας λίγο ψηλότερα θαυμάζουμε απέναντι καταρράκτες που τρέχουν κατευθείαν μέσα από τα βράχια της πλαγιάς! Φτάνουμε στο δρόμο και κινούμαστε αριστερά μέχρι το ρέμα Χρούσιας όπου και η αρχή των διαφορετικών μονοπατιών που θα ακολουθήσουν πλέον οι δυο ομάδες. Λίγο πιο μέσα βρίσκεται και το εντυπωσιακό γεφύρι της Κουιάσας ένα πανέμορφο πέτρινο γεφύρι στην κοιλάδα του Χρούσια ποταμού, το οποίο η φύση φρόντισε να κρύψει σαν επτασφράγιστο μυστικό. Χρονολογείται στα 1800 και πρόκειται για μονότοξο γεφύρι με βοηθητικό τοξωτό άνοιγμα.
Η πρώτη ομάδα κινείται γρήγορα προς το Συράκο και περνώντας το γεφύρι της Κουιάσας πιάνουμε ένα πανέμορφο ανηφορικό και πρόσφατα καθαρισμένο μονοπάτι. Στην αρχή η βλάστηση είναι χαμηλή, κυρίως πουρνάρια αλλά καθώς προχωράμε τη θέση τους παίρνουν ψηλά φυλλοβόλα τα οποία έχουν ρίξει τα φύλλα τους. Νερά τρέχουν από παντού δημιουργώντας πανέμορφους καταρράκτες που δεν χορταίνουμε να θαυμάζουμε. Το κρύο τσουχτερό αλλά η ανηφόρα μας ζεσταίνει και σιγά σιγά όσο ανεβαίνουμε πιο ψηλά μας ζεσταίνει κι ο ήλιος. Απέναντί μας βλέπουμε τους Καλαρρύτες και κάτω από αυτούς έναν τεράστιο καταρράκτη που πέφτει στο Χρούσια ενώ αριστερά μας είναι το Συρράκο. Νοτιοανατολικά βλέπουμε την χιονισμένη Κακαρδίτσα και λίγο νοτιότερα τα Τζουμέρκα από τη μεριά των Μελισσουργών. Σε κάποιο σημείο η ανηφόρα μας φτάνει στο τέλος και πέρνουμε την άσφαλτο για να βγούμε στο πανέμορφο Συρράκο. Μετά από ολιγόλεπτη στάση ξεκινάμε για τους Καλαρρύτες. Η διαδρομή μας στην αρχή κατηφορική μέχρι να φτάσουμε και πάλι στο ρέμα Χρούσια και από εκεί και πέρα ανηφορική, σκαλισμένη σε κάποια σημεία στο βράχο. Μετά από περίπου μία ώρα φτάνουμε στους γραφικούς Καλαρρύτες. Συνολικές ώρες πορείας 6:30.
Η δεύτερη ομάδα πάει κατευθείαν στους Καλαρρύτες ακολουθώντας το παλιό ανηφορικό και πρόσφατα ανακαινισμένο μονοπάτι που οδηγεί στο χωριό σε μιάμιση ώρα περίπου. Το χωριό είναι χτισμένο ακριβώς αντικριστά από το Συρράκο σε απότομη πλαγιά με τα πάνω σπίτια να έχουν μεγάλη υψομετρική διαφορά από τα τελευταία που βρίσκονται στο χείλος της χαράδρας.
Ενωμένοι ξανά στους Καλαρρύτες ξεκουραζόμαστε στο ταβερνάκι του χωριού κοντά στην πλατεία που ευτυχώς είναι ανοιχτό και φιλόξενο παρά την γενικότερη ερημιά που επικρατεί και στα δυό χωριά. Χωριά άλλοτε ολοζώντανα με χιλιάδες κατοίκους που εκτός από την κτηνοτροφία είχαν μεγάλη παράδοση και στην αργυροχρυσοχοΐα, τέχνη που ασκείται βέβαια ακόμη από αρκετούς στα κοντινά Γιάννενα αλλά και στην Αθήνα κι άλλες πόλεις.
Τέλος κατά γενική ομολογία όλοι περάσαμε πολύ ωραία περπατώντας, με σύμμαχο τον καταπληκτικό καιρό, κάποιες από τις ωραιότερες διαδρομές που μπορεί να περπατήσει κανείς στην Ήπειρο. Η επιστροφή στην Άρτα γίνεται έχοντας στις αποσκευές μας εμπειρίες και εικόνες που θα μας συνοδεύσουν όλη τη βδομάδα κι όχι μόνο!